Προτού αρπάξουν οι Αχαιοί το Παλλάδιο από την Τροία, συμβούλεψε η Αθηνά τον Οδυσσέα να αναθέσει στον Επειό την κατασκευή ενός τεράστιου ξύλινου αλόγου. Το άλογο αυτό έμεινε στην ιστορία γνωστό ως Δούρειος Ίππος. Και πράγματι, ο Επειός, χρησιμοποιώντας ξυλεία από το γειτονικό βουνό Ίδα, κατάφερε να κατασκευάσει ένα ξύλινο άλογο τεράστιων διαστάσεων με κρυφά ανοίγματα δεξιά και αριστερά, στο εσωτερικό του οποίου χωρούσαν περίπου τρεις χιλιάδες ένοπλοι.
Τώρα που οι Αχαιοί έχουν το Παλλάδιο στην κατοχή τους και η Τροία είναι απροστάτευτη, μπορούν επιτέλους να βάλουν σε εφαρμογή το σχέδιό τους. Σκαλίζουν αρχικά πάνω στον Δούρειο Ίππο την επιγραφή "Έλληνες Αθηνά χαριστήριον" και στη συνέχεια μπαίνουν μέσα του οι πιο αντρειωμένοι από τους Αχαιούς ήρωες, ο Οδυσσέας, ο Διομήδης, ο Μενέλαος, ο Αίας ο Λοκρός, ο Νεοπτόλεμος, ο Τεύκρος, ο Ιδομενέας, ο Μηριόνης και φυσικά ο Επειός, που ξέρει να ανοίγει τα κρυφά ανοίγματα. Για όλους αυτούς που κλείνονται μέσα στο ξύλινο κατασκεύασμα ο κίνδυνος είναι εξαιρετικά μεγάλος. Αν οι Τρώες τους ανακαλύψουν, δε θα υπάρχει η παραμικρή δυνατότητα σωτηρίας. Το διακινδυνεύουν όμως για να επιτευχθεί ο κοινός σκοπός. Μόλις ολοκληρώνεται η επιβίβασή τους στον Δούρειο Ίππο, βάζουν φωτιά στις σκηνές τους οι υπόλοιποι, σέρνουν τα καράβια τους στη θάλασσα, ανεβαίνουν επάνω σ' αυτά και εγκαταλείπουν το ακρογιάλι της Τροίας. Καταπλέουν στην Τένεδο, σ' ένα σημείο της που δε φαίνεται από την Τροία. Πίσω τους αφήνουν μόνο ένα συγγενή του Οδυσσέα, τον Σίνωνα, που θα προσπαθήσει την επόμενη μέρα να παραπλανήσει τους Τρώες.
Όταν έρχεται το άλλο πρωί, οι Τρώες δεν πιστεύουν στα μάτια τους.
Από τα τείχη βλέπουν τις ρημαγμένες σκηνές, το άδειο στρατόπεδο και δεν μπορούν να καταλάβουν τι γίνεται. Προσεκτικά βγαίνουν από την πόλη, αλλά μένουν στην αρχή κοντά στα τείχη, φοβούμενοι ότι οι Αχαιοί θα ξεφυτρώσουν μπροστά τους από στιγμή σε στιγμή. Δε συμβαίνει όμως αυτό, ξεπερνούν τους δισταγμούς τους, ξεθαρρεύουν και μπαίνουν στο πυρπολημένο στρατόπεδο των Αχαιών. Δεν αργούν να ανακαλύψουν και τον Δούρειο Ίππο, που φαίνεται να είναι το μοναδικό πράγμα που έχουν αφήσει οι Αχαιοί πίσω τους. Η ανάγνωση της επιγραφής που βρίσκεται πάνω του οδηγεί αρκετούς στο συμπέρασμα πως πρέπει να μεταφέρουν το ξύλινο αυτό αφιέρωμα μέσα στην πόλη. Μερικοί όμως δε φαίνεται να πείθονται και διαφωνούν, ζητώντας να ελέγξουν το περιεχόμενο του κατασκευάσματος, ενώ άλλοι πιο δύσπιστοι θέλουν να το πετάξουν κατευθείαν στον γκρεμό.
Εκείνη τη στιγμή καταφθάνουν μερικοί Τρώες σέρνοντας μαζί τους έναν αιχμάλωτο, που δεν είναι άλλος από τον Σίνωνα. Εκείνος, προετοιμασμένος καλά για την ανάκριση που ακολουθεί, αρχίζει να διηγείται την πλαστή ιστορία του, με σκοπό να ξεγελάσει τους Τρώες.
Ο ίδιος είναι, λέει, συγγενής του Παλαμήδη, του πιο τιμημένου ήρωα ανάμεσα στους Αχαιούς, που με την επινοητικότητα και την παλικαριά του είχε βγάλει τους Αχαιούς από δύσκολη θέση σε πολλές περιπτώσεις. Εκείνοι όμως οι αχάριστοι τον σκότωσαν μετά από την πλεκτάνη που του έστησε ο Οδυσσέας. Και ο ίδιος έπεσε σε δυσμένεια, γιατί δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά του για το φόνο του συγγενή του και την επιθυμία του να εκδικηθεί τους Αχαιούς για την άδικη απόφασή τους. Ιδιαίτερα ο Οδυσσέας δεν τον άφηνε σε ησυχία. Ευτυχώς όμως για τον ίδιο τον Σίνωνα, οι Αχαιοί είχαν να αντιμετωπίσουν σοβαρότερα προβλήματα, καθώς ο Οδυσσέας και ο Διομήδης είχαν εξοργίσει την Αθηνά με την ανόσια πράξη τους να πιάσουν το Παλλάδιο με χέρια μολυσμένα από το φόνο των φρουρών του ναού της στην Τροία. Μόλις το έφεραν στο στρατόπεδο των Αχαιών, εκείνο αναπήδησε τρεις φορές βγάζοντας φλόγες από τα μάτια.
Οι χρησμοί του μάντη Κάλχα για την εξήγηση του φαινομένου αυτού ήταν σαφείς. Η Αθηνά δεν προστάτευε πια τους Αχαιούς, έπρεπε να διακόψουν την πολιορκία και να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Πριν όμως από την αναχώρησή τους κατασκεύασαν ένα ξύλινο αφιέρωμα προς τιμή της θεάς για να την εξευμενίσουν. Ήταν επίτηδες τεράστιο, για να μην το πάρουν οι Τρώες μέσα στην πόλη στη θέση του Παλλάδιου. Αν όμως το κατέστρεφαν, θα προκαλούσαν εκείνοι την οργή της θεάς.
Έκαναν οι Αχαιοί τις απαραίτητες προετοιμασίες για τον απόπλου, συνέχισε ο Σίνωνας, η κακοκαιρία όμως δεν τους επέτρεπε να φύγουν. Έστειλαν τότε τον Ευρύπυλο στο μαντείο των Δελφών, ο οποίος γύρισε με την απάντηση πως έπρεπε να κάνουν ανθρωποθυσία, όπως στην Αυλίδα, για να εξασφαλίσουν ευνοϊκούς ανέμους, χωρίς όμως να καθορίζει το μαντείο ποιος έπρεπε να είναι το θύμα. Μπροστά στο νέο αυτό αδιέξοδο όλοι στράφηκαν προς τον Κάλχα, που αρχικά δήλωσε πως ούτε κι αυτός ήξερε.
Αργότερα όμως, σε συνεννόηση προφανώς με τον Οδυσσέα, που ήθελε να εξοντώσει τον εχθρό του, υπέδειξε τον Σίνωνα. Εκείνος όμως κατάφερε να ξεφύγει και να κρυφτεί ως τη στιγμή που οι Τρώες τον ανακάλυψαν και τον έφεραν εκεί, όπου τώρα τους διηγείται την πονεμένη ιστορία του. Και ο Σίνωνας τελειώνει την αφήγηση της ψεύτικης ιστορίας του, εκφράζοντας την ελπίδα πως θα τον λυπηθούν οι εχθροί μετά από όσα πέρασε από τους φίλους.
Οι Τρώες δεν μπορούν να κρύψουν τη χαρά τους για όσα ακούνε, πεπεισμένοι απόλυτα ότι ο Σίνωνας λέει την αλήθεια. Κατευχαριστημένοι λοιπόν τον αφήνουν ελεύθερο και με ό,τι μέσο διαθέτουν αρχίζουν να σέρνουν τον Δούρειο Ίππο προς την Τροία, θέλοντας να βρεθούν υπό την προστασία της Αθηνάς όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Όταν διαπιστώνουν ότι είναι πολύ μεγάλος για να περάσει από τις Σκαιές Πύλες, γκρεμίζουν ένα κομμάτι από το τείχος και τον βάζουν μέσα στην πόλη. Καθώς προσπαθούν ν' αποφασίσουν ποια είναι η καλύτερη θέση για το αφιέρωμα, μάταια προσπαθεί η κόρη του Πρίαμου Κασσάνδρα να τους προειδοποιήσει για τους κινδύνους, που κυριολεκτικά εγκυμονεί το κατασκεύασμα αυτό, δηλαδή για τους Αχαιούς που βρίσκονται μέσα. Οι Τρώες όμως μένουν αμετάπειστοι και τοποθετούν τελικά τον Δούρειο Ίππο στην ακρόπολή τους, τα Πέργαμα.
Τώρα που οι Αχαιοί έχουν το Παλλάδιο στην κατοχή τους και η Τροία είναι απροστάτευτη, μπορούν επιτέλους να βάλουν σε εφαρμογή το σχέδιό τους. Σκαλίζουν αρχικά πάνω στον Δούρειο Ίππο την επιγραφή "Έλληνες Αθηνά χαριστήριον" και στη συνέχεια μπαίνουν μέσα του οι πιο αντρειωμένοι από τους Αχαιούς ήρωες, ο Οδυσσέας, ο Διομήδης, ο Μενέλαος, ο Αίας ο Λοκρός, ο Νεοπτόλεμος, ο Τεύκρος, ο Ιδομενέας, ο Μηριόνης και φυσικά ο Επειός, που ξέρει να ανοίγει τα κρυφά ανοίγματα. Για όλους αυτούς που κλείνονται μέσα στο ξύλινο κατασκεύασμα ο κίνδυνος είναι εξαιρετικά μεγάλος. Αν οι Τρώες τους ανακαλύψουν, δε θα υπάρχει η παραμικρή δυνατότητα σωτηρίας. Το διακινδυνεύουν όμως για να επιτευχθεί ο κοινός σκοπός. Μόλις ολοκληρώνεται η επιβίβασή τους στον Δούρειο Ίππο, βάζουν φωτιά στις σκηνές τους οι υπόλοιποι, σέρνουν τα καράβια τους στη θάλασσα, ανεβαίνουν επάνω σ' αυτά και εγκαταλείπουν το ακρογιάλι της Τροίας. Καταπλέουν στην Τένεδο, σ' ένα σημείο της που δε φαίνεται από την Τροία. Πίσω τους αφήνουν μόνο ένα συγγενή του Οδυσσέα, τον Σίνωνα, που θα προσπαθήσει την επόμενη μέρα να παραπλανήσει τους Τρώες.
Όταν έρχεται το άλλο πρωί, οι Τρώες δεν πιστεύουν στα μάτια τους.
Από τα τείχη βλέπουν τις ρημαγμένες σκηνές, το άδειο στρατόπεδο και δεν μπορούν να καταλάβουν τι γίνεται. Προσεκτικά βγαίνουν από την πόλη, αλλά μένουν στην αρχή κοντά στα τείχη, φοβούμενοι ότι οι Αχαιοί θα ξεφυτρώσουν μπροστά τους από στιγμή σε στιγμή. Δε συμβαίνει όμως αυτό, ξεπερνούν τους δισταγμούς τους, ξεθαρρεύουν και μπαίνουν στο πυρπολημένο στρατόπεδο των Αχαιών. Δεν αργούν να ανακαλύψουν και τον Δούρειο Ίππο, που φαίνεται να είναι το μοναδικό πράγμα που έχουν αφήσει οι Αχαιοί πίσω τους. Η ανάγνωση της επιγραφής που βρίσκεται πάνω του οδηγεί αρκετούς στο συμπέρασμα πως πρέπει να μεταφέρουν το ξύλινο αυτό αφιέρωμα μέσα στην πόλη. Μερικοί όμως δε φαίνεται να πείθονται και διαφωνούν, ζητώντας να ελέγξουν το περιεχόμενο του κατασκευάσματος, ενώ άλλοι πιο δύσπιστοι θέλουν να το πετάξουν κατευθείαν στον γκρεμό.
Εκείνη τη στιγμή καταφθάνουν μερικοί Τρώες σέρνοντας μαζί τους έναν αιχμάλωτο, που δεν είναι άλλος από τον Σίνωνα. Εκείνος, προετοιμασμένος καλά για την ανάκριση που ακολουθεί, αρχίζει να διηγείται την πλαστή ιστορία του, με σκοπό να ξεγελάσει τους Τρώες.
Ο ίδιος είναι, λέει, συγγενής του Παλαμήδη, του πιο τιμημένου ήρωα ανάμεσα στους Αχαιούς, που με την επινοητικότητα και την παλικαριά του είχε βγάλει τους Αχαιούς από δύσκολη θέση σε πολλές περιπτώσεις. Εκείνοι όμως οι αχάριστοι τον σκότωσαν μετά από την πλεκτάνη που του έστησε ο Οδυσσέας. Και ο ίδιος έπεσε σε δυσμένεια, γιατί δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά του για το φόνο του συγγενή του και την επιθυμία του να εκδικηθεί τους Αχαιούς για την άδικη απόφασή τους. Ιδιαίτερα ο Οδυσσέας δεν τον άφηνε σε ησυχία. Ευτυχώς όμως για τον ίδιο τον Σίνωνα, οι Αχαιοί είχαν να αντιμετωπίσουν σοβαρότερα προβλήματα, καθώς ο Οδυσσέας και ο Διομήδης είχαν εξοργίσει την Αθηνά με την ανόσια πράξη τους να πιάσουν το Παλλάδιο με χέρια μολυσμένα από το φόνο των φρουρών του ναού της στην Τροία. Μόλις το έφεραν στο στρατόπεδο των Αχαιών, εκείνο αναπήδησε τρεις φορές βγάζοντας φλόγες από τα μάτια.
Οι χρησμοί του μάντη Κάλχα για την εξήγηση του φαινομένου αυτού ήταν σαφείς. Η Αθηνά δεν προστάτευε πια τους Αχαιούς, έπρεπε να διακόψουν την πολιορκία και να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Πριν όμως από την αναχώρησή τους κατασκεύασαν ένα ξύλινο αφιέρωμα προς τιμή της θεάς για να την εξευμενίσουν. Ήταν επίτηδες τεράστιο, για να μην το πάρουν οι Τρώες μέσα στην πόλη στη θέση του Παλλάδιου. Αν όμως το κατέστρεφαν, θα προκαλούσαν εκείνοι την οργή της θεάς.
Έκαναν οι Αχαιοί τις απαραίτητες προετοιμασίες για τον απόπλου, συνέχισε ο Σίνωνας, η κακοκαιρία όμως δεν τους επέτρεπε να φύγουν. Έστειλαν τότε τον Ευρύπυλο στο μαντείο των Δελφών, ο οποίος γύρισε με την απάντηση πως έπρεπε να κάνουν ανθρωποθυσία, όπως στην Αυλίδα, για να εξασφαλίσουν ευνοϊκούς ανέμους, χωρίς όμως να καθορίζει το μαντείο ποιος έπρεπε να είναι το θύμα. Μπροστά στο νέο αυτό αδιέξοδο όλοι στράφηκαν προς τον Κάλχα, που αρχικά δήλωσε πως ούτε κι αυτός ήξερε.
Αργότερα όμως, σε συνεννόηση προφανώς με τον Οδυσσέα, που ήθελε να εξοντώσει τον εχθρό του, υπέδειξε τον Σίνωνα. Εκείνος όμως κατάφερε να ξεφύγει και να κρυφτεί ως τη στιγμή που οι Τρώες τον ανακάλυψαν και τον έφεραν εκεί, όπου τώρα τους διηγείται την πονεμένη ιστορία του. Και ο Σίνωνας τελειώνει την αφήγηση της ψεύτικης ιστορίας του, εκφράζοντας την ελπίδα πως θα τον λυπηθούν οι εχθροί μετά από όσα πέρασε από τους φίλους.
Οι Τρώες δεν μπορούν να κρύψουν τη χαρά τους για όσα ακούνε, πεπεισμένοι απόλυτα ότι ο Σίνωνας λέει την αλήθεια. Κατευχαριστημένοι λοιπόν τον αφήνουν ελεύθερο και με ό,τι μέσο διαθέτουν αρχίζουν να σέρνουν τον Δούρειο Ίππο προς την Τροία, θέλοντας να βρεθούν υπό την προστασία της Αθηνάς όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Όταν διαπιστώνουν ότι είναι πολύ μεγάλος για να περάσει από τις Σκαιές Πύλες, γκρεμίζουν ένα κομμάτι από το τείχος και τον βάζουν μέσα στην πόλη. Καθώς προσπαθούν ν' αποφασίσουν ποια είναι η καλύτερη θέση για το αφιέρωμα, μάταια προσπαθεί η κόρη του Πρίαμου Κασσάνδρα να τους προειδοποιήσει για τους κινδύνους, που κυριολεκτικά εγκυμονεί το κατασκεύασμα αυτό, δηλαδή για τους Αχαιούς που βρίσκονται μέσα. Οι Τρώες όμως μένουν αμετάπειστοι και τοποθετούν τελικά τον Δούρειο Ίππο στην ακρόπολή τους, τα Πέργαμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου